22 Σεπτεμβρίου, 2009

Βιβλιοκριτική.Η Κassandra διάβασε Γιέλινεκ


Foto: Bilou, Le regard des mortels (Το βλέμμα των θνητών)

«Πάντοτε καθ’ οδόν, πορ(ν)ευόμενος, ατενίζει το βουβό βασίλειο των νεκρών και των πικρών ειδών καφέ.» (σελ. 43)

Η συζήτηση για το τι ακριβώς συνιστά λογο-ΤΕΧΝΙΑ μπορεί να συνεχίζεται δυναμικά επ’ αόριστον και σίγουρα με πρισματική λογική προσέγγισης (εάν υποθέσουμε ότι υπάρχει στοιχειώδης λογική), μια και η ισοπεδωτική σύγχρονη τάση, τόσο της γραφής όσο και της κριτικής και κατ’ επέκτασιν της κατανάλωσης πολτού, που αυτο-ορίζεται στο πλαίσιο αυτό σαν βιβλίο και, ακόμη χειρότερα, σαν «λογοτεχνία», δε φαίνεται να είναι ικανή να διασφαλίσει τους όρους και τα όρια για τέτοιου είδους προσεγγίσεις.
Για τη Λαγνεία ωστόσο της νομπελίστριας Αυστριακής συγγραφέως έχουμε χρέος να παρακάμψουμε τη μαστροπεία της πλειονότητας των εκδοτών και των κριτικών, αν και σε μια πρώτη (βεβιασμένη ή παρεξηγημένη) ματιά θα έλεγε κανείς ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός σκληρού πορνογραφικού υλικού σε εξευγενισμένο αμπαλάζ εύστοχου, πλούσιου και αθυρόστομου μυθιστορήματος και ότι συνεπώς εκπορ(ν)ευόμαστε αναλόγως των (προσ)ταγμάτων της εποχής. Αλλά «είναι απαράδεκτο να κάνει κανείς έναν ζωντανό άνθρωπο φύλλα και φτερά και να μην τον διαβάζει καν» (σελ. 70), γράφει η Γέλινεκ, αφού «γνωρίζει όλες τις ύπουλες λαβές και απολαβές» (σελ. 39) του κόσμου, «καθώς υμνεί το γιο του θεού, που σε αυτή τη χώρα έπλασε τους ανθρώπους με χώμα και μεταμόρφωσε τα δάση της σε χαρτί» (σελ. 33) και αφού το «εργοστάσιο, με τη βοήθεια αυτών που το κατοικούν και το κινούν, παρήγε το χαρτί, το δικό μας λίπασμα, πάνω στο οποίο μπορούμε να γράφουμε και τις σκέψεις μας» (σελ. 100).

Λίπασμα ωστόσο για τη γέννηση τέχνης και λογοτεχνών είναι η ίδια η συγγραφέας όχι μόνο για τις ευαίσθητες κεραίες της που διεισδύουν στην εποχή της, παράγοντας εκ παραλλήλου μια (έστω και στοιχειώδη) μυθοπλασία ως όχημα για την ανάδειξη του προβληματισμού της· όχι μόνο για τη μεστή, άμεση και τεκμηριωμένη κριτική τη δια-νοούμενης, η οποία διαθέτει και εξαιρετικό ταλέντο στη γραφή και γι’ αυτό επαξίως μπορεί να χαρακτηριστεί λογο-τέχνις· όχι μόνο για το απαλλα­γμένο από παντός είδους σύνδρομα πνεύμα που επιτίθεται με οξύτητα και χιούμορ στον εκδημοκρατισμένο φασισμό και στην ελευθεριότητα της εποχής μας· όχι μόνο για την αντίσταση στην προσωπική εκπόρνευσή της, με την απουσία παζαρέματος στην τεχνική, στην τέχνη και στο στόχο της· όχι μόνο για την έλλειψη φιλαυτίας που μαρτυρά η εξαιρετική δουλειά κάθε παραγράφου, καθιστώντας την είλωτα του λόγου, καθώς παράγονται σελίδες που χαρακτηρίζονται από έλλειψη φλυαρίας και κοινοτοπίας σ’ ένα βιβλίο που κινείται στους ιλιγγιώδεις, εσωστρεφείς και επαναληπτικούς ρυθμούς της ανθρώπινης Λαγνείας· αλλά κυρίως για τη δημιουργική και ποιητική ανάπλαση, διά μέσου των εργαλείων του λόγου, ενός θέματος που θα εξέπιπτε σε επιθεωρησιακή αισχρολογία ή δημοσιοποιημένη και δημο­σιευμένη προσωπική σεξουαλική εκτόνωση στα χέρια κάποιου από αυτούς που παίρνουν τους «καυλούς» τους για «αυλούς» (σελ. 222) ή κάποιας από αυτές τις σύγχρονες «(κ)αυλητρίδες του σπιτιού» (σελ. 252), που προσβάλλουν την αισθητική και τη νοημοσύνη μας με την παραγωγή σκευασμάτων καθ’ ομοίωσιν.

Εξαιρετική η μετάφραση του Λευτέρη Αναγνώστου σ’ ένα ιδιαίτερα απαιτητικό και πολύσημο κείμενο του οποίου οι δυσκολίες συγγενεύουν σε πολλά σημεία με αυτές της ποιητικής μετάφρασης.

Ελφρίντε Γέλινεκ, Λαγνεία, μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, εκδόσεις Εκκρεμές

KASSANDRA, Περιοδικό Πανδώρα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου